Ομιλία της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, μέλους της Πολιτικής Γραμματείας και Εισηγήτριας των Πολιτικών Θέσεων του 5ου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Συντρόφισσες και σύντροφοι, ευχαριστούμε το Προεδρείο. Είναι μεγάλη χαρά να βρισκόμαστε ξανά όλοι και όλες μαζί. Να πούμε καλημέρα και στους συντρόφους και τις συντρόφισσες που είναι συνδεδεμένοι διαδικτυακά με το Συνέδριό μας, καθώς έχουμε υβριδική διαδικασία στο 5ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία.

Νομίζω ότι όλοι και όλες μας έχουμε έρθει με ένα πολύ ισχυρό αίσθημα ευθύνης σε σχέση με την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, σε σχέση με τη συγκυρία. Μια συγκυρία ιδιαίτερα δύσκολη, επικίνδυνη, με μια αντιδραστική ακροδεξιά που σηκώνει κεφάλι και στην Αμερική. Εκεί έχει και πλέον εμφανή πια τα αποτελέσματα της διοίκησης Τραμπ και στο εσωτερικό της Αμερικής, αλλά και διεθνώς και στην Ευρώπη. Αλλά και μετά από έξι χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας στη χώρα μας, με τις δραματικές συνέπειες που έχει πλέον όχι μόνο οικονομικές και κοινωνικές, αλλά για την ίδια τη δημοκρατία μας, για την αποδυνάμωση και τη διαστρέβλωση που υφίσταται καθημερινά ο πολίτης. Το έλλειμμα εμπιστοσύνης πια στο κράτος δικαίου και μια συνεχόμενη διαδικασία παρακμής, εξαιτίας της Νέας Δημοκρατίας, που έρχεται να δημιουργήσει πεδίο θολούρας σε σχέση με την εμπιστοσύνη τελικά στο ίδιο το πολιτικό σύστημα.

Άρα λοιπόν, συντρόφισσες και σύντροφοι, οι ευθύνες μας είναι πολλαπλές, αλλά νομίζω και η αποφασιστικότητά μας. Όλοι και όλες που είμαστε εδώ, παρότι περάσαμε δύο πολύ δύσκολα χρόνια, που μας στοίχισαν, που μας τραυμάτισαν, που βλέπουμε ακόμα τις συνέπειες, πολλές φορές, με συντρόφους μας που έχουν απομακρυνθεί, με προοδευτικούς ανθρώπους που μας έχουν ψηφίσει και που είναι σε μια στάση αναμονής απέναντι μας. Όλα αυτά ενισχύουν την ανάγκη μέσα από αυτό το Συνέδριο, ένα Συνέδριο πραγματικά επανεκκίνησης, συσπείρωσης, συλλογικότητας και νέας πορείας, να μπορέσουμε να στείλουμε ισχυρό μήνυμα στην κοινωνική βάση του ΣΥΡΙΖΑ, μήνυμα ισχυρό στον ελληνικό λαό και στον προοδευτικό κόσμο ότι εμείς είμαστε εδώ με θέσεις, με μια νέα δημοκρατική συλλογική λειτουργία, όπως θα συζητήσουμε στην πορεία και στη συνέχεια με το καταστατικό, για να μπορέσουμε πάνω από όλα να υπηρετήσουμε τις ανάγκες και τις προσδοκίες του ελληνικού λαού και της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, σε αυτή τη φάση κινείται, μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2024, που τα ίδια τα μέλη μας δώσανε με τη μαζική συμμετοχή τους -70.000 παλιά και νέα μέλη- δώσανε αυτή την νέα πνοή, αυτή την εμπιστοσύνη στον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, με την εκλογή του Προέδρου, του Σωκράτη Φάμελλου, με την ενωτική στάση όλων των υποψηφίων προέδρων. Και σε αυτή την πρώτη φάση, σε αυτό το πρώτο εξάμηνο, ήδη πετύχαμε μια σειρά από πολύ σημαντικά πράγματα. Πετύχαμε την αποκατάσταση της σοβαρότητας, της αξιοπιστίας, μιας ισχυρής αντιπολιτευτικής παρουσίας στη Βουλή. Αλλά ταυτόχρονα μπορέσαμε να προετοιμάσουμε τις θέσεις μας και τις καταστατικές αλλαγές στο Συνέδριό μας, ώστε να μπορέσουμε συλλογικά, μέσα από την κορυφαία αυτή διαδικασία, μετά το Συνέδριο, με τα όπλα μας αυτά, με τα εφόδια μας αυτά, με επικαιροποιημένες τις πολιτικές μας θέσεις και προτεραιότητες και ταυτόχρονα τη νέα συλλογική μας λειτουργία, να κάνουμε ακριβώς αυτήν τη νέα επανεκκίνηση και επανασύνδεση με τα λαϊκά συμφέροντα, με την κοινωνική πλειοψηφία, με την ίδια την κοινωνία.

Άρα λοιπόν, είναι τέσσερις οι άξονες αυτής της συλλογικής μας προσπάθειας που υπηρετούμε και που μετά το Συνέδριο θα υπηρετήσουμε ακόμα πιο δυναμικά. Πρώτα απ’ όλα η δυναμική αντιπολίτευση στη Βουλή. Γιατί δεν ξεχνάμε ότι το 2023 ο λαός ψήφισε, η λαϊκή κυριαρχία ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αλλά ακόμα και τώρα, μετά τις αποχωρήσεις, τις παραιτήσεις, συνεχίζουμε να έχουμε ισχυρό ρόλο αντιπολίτευσης στη Βουλή, παρουσίας στην κοινωνία, στα κοινωνικά κινήματα, όπου χτυπάει ο παλμός της κοινωνίας, με ακόμα πιο ισχυρό τρόπο. Γιατί είναι αλήθεια ότι εκεί έχουμε πάρα πολύ δουλειά να κάνουμε ακόμα στους χώρους δουλειάς, στην αυτοδιοίκηση, στον αγροτικό κόσμο, στους επαγγελματίες, στις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας.

Είναι οπωσδήποτε η ανάγκη να επιβεβαιώσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι ένα κόμμα της κυβερνώσας Αριστεράς. Δεν είμαστε απλώς για να κάνουμε αντιπολίτευση, ένα κόμμα διαμαρτυρίας. Είμαστε εδώ για να εκφράζουμε προτάσεις εναλλακτικού κυβερνητικού προγράμματος, που μπορούν πραγματικά να συσπειρώσουν και να δώσουν τη δυναμική μιας νέας προοδευτικής κοινωνικής πλειοψηφίας, η οποία να μπορεί να κάνει πράξη την αναγκαία σήμερα πολιτική και κοινωνική αλλαγή στη χώρα.

Ταυτόχρονα, ο τρίτος άξονας είναι προφανώς οι προοδευτικές συνεργασίες, κάτι το οποίο υπηρετούμε με πολύ συστηματικό τρόπο, παρότι βλέπουμε ότι υπάρχουν και δυσκολίες. Αναφέρθηκε και ο σύντροφος Πρόεδρος χθες στην ομιλία του στο πώς οι άλλες δυνάμεις ανταποκρίνονται, αλλά εμείς πιστεύουμε σε αυτή την ανάγκη. Πιστεύουμε ότι ο κατακερματισμός το μόνο που ωφελεί, είναι τελικά ακόμα και αυτή η κυβέρνηση Μητσοτάκη που είναι σε φθορά, σε αμφισβήτηση, από τη μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού, και αποδρομή, να μπορεί ακόμα να λέει ότι εγώ δεν έχω ορατό αντίπαλο, δεν έχω αυτή τη στιγμή εναλλακτική πρόταση που να με αμφισβητεί. Άρα λοιπόν ένας ισχυρός ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία -και αυτό είναι και ο βασικός και μεγάλος στόχος αυτού του Συνεδρίου- ένας ενδυναμωμένος ΣΥΡΙΖΑ σε άποψη θέσεων, σε άποψη λειτουργίας, πάνω απ’ όλα στην κοινωνική του αναφορά και διασύνδεση, μπορεί να είναι αυτός ο καταλύτης ο οποίος να δώσει τη δυναμική για να διαμορφωθεί αυτή η εναλλακτική προοδευτική πρόταση και η προοδευτική πλειοψηφία

Σε αυτό το πλαίσιο, θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα την Επιτροπή Θέσεων, η οποία λειτούργησε μέσα στο Πάσχα με πολύ δημιουργικό και συνθετικό τρόπο και μπορέσαμε να φτάσουμε εγκαίρως στην Κεντρική Επιτροπή με ένα σχέδιο θέσεων. Το έχετε όλοι λάβει επικαιροποιημένο και γι’ αυτό τον λόγο πέρασε και σχεδόν ομόφωνα από την Κεντρική Επιτροπή. Γιατί αυτό που επιχειρήσαμε ήταν πάνω απ’ όλα η προσπάθεια σύνθεσης. Άρα τι μας οδήγησε σε αυτό το κείμενο που έχετε μπροστά σας; Πρώτα απ’ όλα το αξιακό μας πλαίσιο, το οποίο αποτυπώνεται και στο προοίμιο μας. Οι αξίες μας, οι αρχές μας, είναι σταθερές. Σε έναν κόσμο που αλλάζει και αλλάζει επικίνδυνα, εμείς έχουμε βασικές αρχές και αξίες. Εμπνεόμαστε και πιστεύουμε στο όραμα του σοσιαλισμού με ελευθερία και δημοκρατία. Μιλάμε για την ανάγκη να κατοχυρωθεί και να ενισχυθεί και μέσα στις νέες προκλήσεις και ανάγκες η ισότητα, η ελευθερία, η δημοκρατία, η κοινωνική δικαιοσύνη, μαζί βέβαια με τις νέες προκλήσεις, όπως είναι η προστασία του περιβάλλοντος και η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Άρα λοιπόν, αυτό είναι το αξιακό μας πλαίσιο.

Οι αναφορές μας: Οι αναφορές μας είναι και αυτές σταθερές μέσα σ’ αυτό το νέο περιβάλλον. Δηλαδή ότι εμείς θέλουμε να εκφράσουμε και να εκφράζουμε με τις θέσεις και τις προτάσεις μας μια ισχυρή κοινωνική πλειοψηφία. Τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας, του κόσμου της εργασίας, που υποφέρει κι έχει δει τα δικαιώματά του να καταλύονται συνεχώς ένα προς ένα, με αντισυνταγματικό τρόπο, από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Του κόσμου της παραγωγής, των μικρομεσαίων, που δεν έχουν πρόσβαση στοιχειώδη και στήριξη είτε στο Ταμείο Ανάκαμψης είτε στον τραπεζικό δανεισμό, είναι αποκλεισμένοι. Του αγροτικού κόσμου, που ζει μέσα σε αυτό το περιβάλλον είτε της εκμετάλλευσης των μεσαζόντων, είτε αυτά τα σκάνδαλα που βλέπουμε πλέον ότι είναι η καθημερινότητα για τον αγροτικό κόσμο, με τον ΟΠΕΚΕΠΕ και όλες τις άλλες αμαρτωλές πολιτικές που έχει ασκήσει η Νέα Δημοκρατία, χωρίς καμία ουσιαστική διαπραγμάτευση στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Τους συνταξιούχους, που κυριολεκτικά δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με αυτή την πενιχρή σύνταξη και τη συνεχή μείωση της αγοραστικής τους δύναμης. Τους νέους ανθρώπους της πατρίδας μας, οι οποίοι ψάχνουν να βρουν το μέλλον τους σε μία χώρα και σε μια πατρίδα που δεν τους δίνει αυτές τις δυνατότητες, καθώς έχουμε μία κυβέρνηση που έχει επενδύσει στη φτηνή, ελαστική εργασία, χωρίς δικαιώματα και χωρίς προοπτική.

Άρα λοιπόν, με αυτές τις αξίες και με αυτές τις αναφορές μας, εμείς προχωράμε. Και θέλω επίσης εδώ να τονίσω ότι σε αυτή την προσπάθεια που έγινε τη συνθετική, είχαμε και δύο πολύ μεγάλες ανάγκες. Μία που αφορά τη διεθνή, ευρωπαϊκή και δική μας συγκυρία, στη χώρα μας, και μία που αφορά το κόμμα μας. Να ξεκινήσω από το δεύτερο. Μέσα από την περιπέτεια και την κρίση και όλα τα προβλήματα που ζήσαμε τα τελευταία δύο χρόνια, πρώτα απ’ όλα χάσαμε πολύτιμους συντρόφους και συντρόφισσες που αποστασιοποιήθηκαν, αλλά είχαμε και προβλήματα λειτουργικά. Έπρεπε, μετά τις εκλογές τις προεδρικές του Νοεμβρίου, να ξαναμπεί μπροστά ένας μηχανισμός κομματικός, να ξαναμπούν μπροστά τα τμήματα. Προφανώς οι βουλευτές μας κάνουν ό,τι μπορούν και με πολύ μεγάλη συνέπεια στους τομείς τους στη Βουλή. Το ζήσατε και εσείς από τις περιφέρειες σας. Έπρεπε να συμπληρωθούν τα όργανα. Το ίδιο αφορούσε όλες τις βαθμίδες του κόμματός μας. Άρα λοιπόν, μέσα από αυτή τη διαδικασία του προγράμματος υπήρξε και μια επανενεργοποίηση προγραμματική των τμημάτων του κόμματος και έτσι είχαμε και σημαντικές συμβολές. Και αυτό σίγουρα συνέβαλε πάρα πολύ και προφανώς μετά το Συνέδριο πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερο βάρος σε αυτό.

Σε αυτή την κατεύθυνση θέλω να ξεκαθαρίσω όμως κάτι. Επειδή, όπως είπε και η συντρόφισσα η Όλγα Γεροβασίλη, ως τις 6 υπάρχει και προθεσμία για τροπολογίες: οι θέσεις δεν είναι κυβερνητικό πρόγραμμα. Οι θέσεις έρχονται να θέσουν το θέμα, το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε. Έρχονται προφανώς να κάνουν αποτίμηση της περιόδου που διανύσαμε, με στοιχεία αυτοκριτικής, απολογισμού, αλλά και προτεραιότητες για τη νέα πορεία. Και προφανώς έχουν κι ένα μεγάλο προγραμματικό κομμάτι.

Το κυβερνητικό πρόγραμμα είναι κάτι άλλο. Είναι κάτι το οποίο θα πάρει αναφορά από τις θέσεις, όπως κι εμείς, εξάλλου, δεν ξεκινάμε από το μηδέν, παρά την περιπέτεια που έχουμε περάσει. Έχουμε πίσω μας και πέρα από τις αρχές και τις αξίες μας, έχουμε τις αποφάσεις των Συνεδρίων μας, έχουμε το κυβερνητικό μας πρόγραμμα στις εκλογές, και έχουμε και το κυβερνητικό μας έργο της κυβέρνησης Τσίπρα την περίοδο 2015-’19. Άρα ούτε από το μηδέν ξεκινάμε και προφανώς το κυβερνητικό πρόγραμμα που θα ακολουθήσει θα είναι και πιο αναλυτικό και μέσα από έναν συγκεκριμένο κοινωνικό και εσωκομματικό διάλογο, που θα γίνει η επεξεργασία του.

Η δεύτερη μεγάλη ανάγκη -και νομίζω ότι εδώ έχει γίνει μια προσπάθεια, προφανώς χρειάζεται να κάνουμε ακόμα περισσότερα βήματα και αναλύσεις και το Ινστιτούτο Πουλαντζά, που τώρα έχει ξαναενεργοποιηθεί και ανασυγκροτηθεί, θα συμβάλλει πάρα πολύ σε μια σειρά από θεωρητικές και αναλυτικές αναζητήσεις- είναι η επικαιροποίηση των θέσεων, γιατί προφανώς ζούμε σε έναν άλλο κόσμο. Να ξεκινήσουμε από το κομμάτι το διεθνές και ευρωπαϊκό. Είναι προφανές ότι αυτά που ζούμε είναι συγκλονιστικά. Είναι μια αντιδραστική Διεθνής που βλέπουμε παντού να αναπτύσσεται. Βλέπουμε αυτή τη στιγμή μια Ευρώπη με έλλειψη ηγεσίας, η οποία έρχεται να ταυτιστεί μόνο με την πολεμική οικονομία και χωρίς να μπορεί να δώσει ένα όραμα για τους λαούς της Ευρώπης και τις ανάγκες τους.

Βλέπουμε ταυτόχρονα -και εδώ δεν είναι απλή πρόκληση, είναι η πραγματικότητα που ζούμε- ότι αυτό που λέμε η 4η και 5η βιομηχανική επανάσταση, στην ουσία ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η τεχνητή νοημοσύνη, δεν είναι κάτι θεωρητικό: είναι κάτι που ήδη παράγει αποτελέσματα τα οποία αφορούν τη δουλειά μας, τα προσωπικά μας δεδομένα, τη πιθανή χειραγώγηση, όταν δεν υπάρχει ο αντίστοιχος δημοκρατικός κι ανθρώπινος έλεγχος, την εργασία, την επιστήμη, όλα τα πεδία.

Και προφανώς φτάνουμε να βλέπουμε στην Αμερική την ολιγαρχία πια, γιατί συνηθίζουμε να μιλάμε μόνο για τους Ρώσους ολιγάρχες, βλέπουμε την ολιγαρχία της τεχνολογικής και ψηφιακής επιστήμης και της τεχνητής νοημοσύνης και τι επιρροή έχει τελικά στην ενημέρωση, στη διαμόρφωση των συνειδήσεων και στις παγκόσμιες εξελίξεις. Άρα λοιπόν, η μία επικαιροποίηση είχε να κάνει με τη συγκυρία και τα νέα δεδομένα που έχουμε.

Η δεύτερη επικαιροποίηση έχει να κάνει προφανώς με την κατάσταση στη χώρα μας κι έχουμε ειδικό κεφάλαιο γι αυτό. Γιατί αν από το 2019 μέχρι το ‘23, μέσα από αυτό που βίωσε ο ελληνικός λαός: Είδαμε να καταλύονται οι εργασιακές σχέσεις, να μειώνεται σταδιακά η αγοραστική δύναμη, να λειτουργεί η έννοια του ατομικισμού κι όχι της συλλογικής δράσης, της ατομικής ευθύνης ακόμα και στην πανδημία αλλά πολύ περισσότερο στους χώρους δουλειάς, ή στον αποκλεισμό των μικρομεσαίων, και να επικρατεί η λογική πρόσκαιρων επιδομάτων μέσα από μια πίτα που μοιράστηκε δισεκατομμυρίων από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, κονδυλίων ευρωπαϊκών, είτε της πανδημίας είτε του Ταμείου Ανάκαμψης, που πήγε προφανώς στα μεγάλα και ισχυρά κέντρα στην πλειονότητα, με πολύ μικρά κομμάτια που δόθηκαν με έκτακτες επιδοτήσεις και επιδόματα. Διαπιστώσαμε -και το γράφουμε μέσα αυτό αναλυτικά- ότι διαμορφώθηκε σταδιακά μια κοινωνία περιορισμένων προσδοκιών, χαμηλών προσδοκιών.

Όμως, συντρόφισσες και σύντροφοι, εδώ έχουμε φτάσει σε ένα άλλο σημείο πια από το ‘23 μέχρι σήμερα. Έχουμε φτάσει σε μια κοινωνία που έχει δύο όψεις: κοινωνία οργής και κοινωνία παραίτησης. Η κοινωνία παραίτησης φαίνεται πια και στις εκλογικές αναμετρήσεις. Το είδαμε και στις ευρωεκλογές, όπου είχαμε μία αποχή η οποία ξεπέρασε κάθε προηγούμενο στη Μεταπολίτευση, σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, που η πολιτική συμμετοχή ήταν κάτι βιωματικό για τον ελληνικό λαό. Αλλά έχουμε και την κοινωνία της οργής, η οποία εκδηλώθηκε με τα εκατομμύρια του κόσμου που βγήκαν στο δρόμο για τα Τέμπη ζητώντας δικαιοσύνη, ζητώντας απόδοση ευθυνών, όπου αφενός ήταν η οργή που ξεχείλισε για τη συγκάλυψη από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, δύο χρόνια μετά το έγκλημα των Τεμπών, αλλά ταυτόχρονα εξέφρασε μ’ αυτό τον οργισμένο και ισοπεδωτικό τρόπο και τη συσσωρευμένη οργή, απελπισία και επισφάλεια που ζει η ελληνική κοινωνία και ιδίως η νεολαία.

Άρα λοιπόν, εμείς απέναντι σε όλα αυτά, αφενός πρέπει να έχουμε σαφή πυξίδα, σαφείς θέσεις προγραμματικές, αλλά πρέπει να έχουμε και την αξιοπιστία ότι ακούμε, καταλαβαίνουμε και ανταποκρινόμαστε.

Και εδώ θέλω να τονίσω ότι κάνουμε και μια ειδική αναφορά μιλώντας για την πολιτική και κοινωνική συγκυρία, στο περίφημο δίλημμα που επιχειρείται αυτή τη στιγμή να παρουσιαστεί από διάφορα κέντρα ως το κυρίαρχο, ως η κυρίαρχη αντίθεση σήμερα στην κοινωνία και στις πολιτικές δυνάμεις: το περίφημο δίλημμα συστημικών και αντισυστημικών δυνάμεων. Αυτό, συντρόφισσες και σύντροφοι, είναι φανερό ότι είναι ένα δίλημμα το οποίο έρχεται να κάνει τα εξής: Πρώτα απ’ όλα να εκμεταλλευτεί την οργή και την αγανάκτηση του κόσμου και να μην θεωρήσει ότι η βασική διαχωριστική γραμμή που μπορεί να δώσει προοπτική, να αναζωογονήσει τη δημοκρατία και να δημιουργήσει συνθήκες αλλαγής στη χώρα, είναι προφανώς για εμάς Αριστερά – Δεξιά, πρόοδος – συντήρηση. Και για μας, αν κάτι είναι συστημικό σ’ αυτή τη χώρα, είναι η μάχη απέναντι στο κατεστημένο, βέβαια, το εκάστοτε κατεστημένο. Δεν είναι συστημικός όποιος έχει κυβερνήσει, ανεξάρτητα από το τι πρέσβευε όταν κυβέρνησε, πόσα χρόνια κυβέρνησε και τι αποτελέσματα είχε.

Αυτή η επιβολή, η προσπάθεια επιβολής -και βλέπουμε και την πληθώρα των δημοσκοπήσεων σε αυτή την κατεύθυνση, όπου πλέον δεν είναι απλώς αποτύπωση της στιγμής, είναι χειραγώγηση της συνείδησης του κόσμου και διαμόρφωσης εντυπώσεων- είναι ακριβώς μια θολούρα, η οποία τι κάνει; Πρώτον, ξεπλένει την ακροδεξιά. Δεν μιλάμε πια για ακροδεξιά, μιλάμε για «αντισυστημικές δυνάμεις». Έρχεται και αναγορεύει ως τιμητές της πολιτικής ζωής δυνάμεις που σου λένε «δεν υπάρχει δεξιά και αριστερά, εμείς εκφράζουμε και καταγγέλλουμε». Το είδαμε και στις προτάσεις που κατατέθηκαν για την Προανακριτική πως υπάρχει ο δίαυλος ανάμεσα στη θολούρα αυτή της ακροδεξιάς και δυνάμεων που θεωρούν ότι δεν υπάρχει διάκριση προοδευτικών και συντηρητικών δυνάμεων.

Αλλά πάνω απ’ όλα ένας ωφελείται: η κυβέρνηση Μητσοτάκη και τα κατεστημένα συμφέροντα που τη στηρίζουν. Γιατί προφανώς, όσο εμπεδώνεται μια τέτοια αντίληψη και καλλιεργείται, ο κόσμος είτε παραιτείται είτε δεν προσδοκά ή δεν παλεύει για την εναλλακτική προοδευτική πρόταση, αλλά έρχεται και συμβιβάζεται. Και εκεί θα ξαναμπεί η κινδυνολογία -μπαίνει ήδη από την πλευρά Μητσοτάκη: Εμείς, σου λέει ο Μητσοτάκης -παρά τη φθορά- και το χάος απέναντι.

Συντρόφισσες και σύντροφοι, γι’ αυτό η ευθύνη μας είναι πολύ μεγάλη. Και στο κείμενο των Θέσεων δεν μένουμε μόνο στο προγραμματικό. Ερχόμαστε και λέμε πρώτα απ όλα ότι εμείς πιστεύουμε στην ανάγκη να υπάρχει μια απάντηση και σε ευρωπαϊκό και σε διεθνές επίπεδο. Απέναντι σε αυτό το αντιδραστικό δίκτυο της ακροδεξιάς, το οποίο πλέον μπαίνει και στις κυβερνήσεις, εμείς πιστεύουμε σε μια άλλη Ευρώπη. Δεν είναι η δική μας Ευρώπη η Ευρώπη του διευθυντηρίου, η Ευρώπη που είναι απομακρυσμένη από τους λαούς. Η Ευρώπη που από τα μνημόνια και μετά έχει παραμερίσει την κοινωνική Ευρώπη και την πραγματική οικονομική ανάπτυξη, με ένα διάλειμμα μόνο εξ’ ανάγκης την περίοδο της πανδημίας, το οποίο όμως δεν κράτησε πολύ, στο δημοσιονομικό σκέλος. Και πάνω απ’ όλα δεν μπορούμε να δεχτούμε και είναι σαφής η θέση μας απέναντι στο ReArm, απέναντι στη λογική μιας πολεμικής οικονομίας, η οποία μάλιστα στηρίζεται στο να παίρνει κονδύλια από τα ταμεία που είναι για την περιφερειακή και την κοινωνική ανάπτυξη και συνοχή.

Υπάρχουν δυνατότητες; Ναι, υπάρχουν δυνατότητες. Και η μάχη μας είναι και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γιατί ούτε εμείς πιστεύουμε στην Ευρώπη, αλλά σε μια άλλη Ευρώπη. Ταυτόχρονα είναι σαφές ότι εμείς λέμε ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η εξωτερική πολιτική Μητσοτάκη, η οποία είναι προφανές ότι τη χώρα μας την έχει τελείως αποδυναμώσει από τα ερείσματά της, από τις συμμαχίες της και την έχει προσδέσει με τους πιο σκληρούς πυρήνες, που έχει τις συνέπειές του. Και αυτό το ζούμε καθημερινά. Το ζούμε από τη στάση Μητσοτάκη απέναντι στη γενοκτονία της Γάζας. Ένας από τους ελάχιστους Ευρωπαίους ηγέτες που δεν μίλησε, ενώ άλλοι Ευρωπαίοι πρωθυπουργοί πήραν πρωτοβουλία. Ενώ η Ελλάδα έχει -ειρωνεία αυτό- τη θέση της προεδρίας του Συμβουλίου Ασφαλείας αυτή την περίοδο, ως μη μόνιμο μέλος.

Εμείς μιλάμε για μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, που έχει πρόταγμα ειρήνης, συνεργασίας, κατοχυρώνει αποφασιστικά, αναδεικνύοντας τις κόκκινες γραμμές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα θέματα κυριαρχίας και κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Και όπως και με τη Συμφωνία των Πρεσπών, δίνει τη μάχη για να μπορεί, μέσα από αυτή την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, και τα εθνικά μας συμφέροντα να εξυπηρετεί και να δημιουργεί πλαίσιο ειρήνης, συνύπαρξης και συνεργασίας στον ευρύτερο γεωπολιτικό μας χώρο, που αυτή τη στιγμή πραγματικά ζει μαύρες στιγμές, με ιδιαίτερους κινδύνους στο μέλλον.

Είναι προφανές λοιπόν -και οι θέσεις μας είναι σαφείς σε όλα αυτά τα ζητήματα-, όπως επίσης εμείς με σαφήνεια λέμε ότι πρέπει να σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Εμείς καταδικάσαμε τη ρωσική εισβολή, γιατί προφανώς είμαστε με το διεθνές δίκαιο, παρότι αυτή τη στιγμή αμφισβητείται διεθνώς. Δεν μπορούμε να είμαστε με τη λογική του ισχυρού. Εμείς έχουμε το θέμα της Κύπρου. Είναι και θέμα αρχής για μας. Αλλά ταυτόχρονα λέμε ότι δεν μπορεί και να εργαλειοποιείται ένας πόλεμος και να παρατείνεται με τα συγκεκριμένα οικονομικά, βιομηχανικά και γεωπολιτικά συμφέροντα, σε αυτή την κατεύθυνση. Και όταν τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, προφανώς πρέπει να δούμε -και αυτό το τονίσαμε με σαφήνεια στις Θέσεις- ένα άλλο σύστημα ευρωπαϊκής ασφάλειας, το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει και τη Ρωσία τότε, αφού τελειώσει ο πόλεμος. Αυτό που λέμε μια μεγάλη ενωμένη Ευρώπη σε επίπεδο όχι Ευρωπαϊκής Ένωσης απλώς, αλλά που να μπορεί να βάλει ένα σύστημα συνεργασίας και ασφάλειας σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο. Αυτό που λέγαμε παλιά από τα Ουράλια στον Ατλαντικό.

Στο κομμάτι το προγραμματικό -και εδώ είναι μπροστά μου και ο σύντροφος ο Νίκος Παππάς, που δούλεψε πάρα πολύ σε αυτό το κομμάτι- εδώ έχουμε πολύ σαφείς τοποθετήσεις. Δεν θέλω να μακρηγορήσω. Είδα ότι ήρθε και ο σύντροφος, ο Κώστας Ζαχαριάδης, για το καταστατικό. Απλώς να πω τους βασικούς άξονες. Ούτως ή άλλως ο Πρόεδρος, ο Σωκράτης Φάμελλος, με τους 10 + 1 άξονες έχει παρουσιάσει τις μεγάλες δικές μας προτεραιότητες και μάλιστα και σε μια λογική ότι αυτές πρέπει να είναι και η βάση για μία συζήτηση προγραμματική με τις άλλες προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις. Γιατί βέβαια όταν εμείς μιλάμε για συνεργασίες, μιλάμε βάσει προγραμματικών συγκλίσεων. Γιατί μόνο έτσι έχει νόημα μια προοδευτική διέξοδος και μία εναλλακτική προοδευτική κυβερνητική πρόταση. Άρα προφανώς μιλάμε για παραγωγική ανασυγκρότηση. Προφανώς μιλάμε για το σπάσιμο των καρτέλ σε όλα τα επίπεδα. Προφανώς μιλάμε για έναν τραπεζικό χώρο που πρέπει να λειτουργεί για την ανάπτυξη της χώρας. Μιλάμε για την ανάγκη να υπάρχει αύξηση των μετοχών που ελέγχει το Δημόσιο στην Εθνική Τράπεζα, προκειμένου ακριβώς και η Εθνική Τράπεζα να παίξει τον ρόλο της, δημόσιο πυλώνα και με την Αναπτυξιακή Τράπεζα που πρέπει και αυτή να αναπτυχθεί περαιτέρω.

Μιλάμε προφανώς για την αντιμετώπιση, αυτή τη στιγμή, του ιδιωτικού χρέους, που μαζί με όλα τα άλλα που ζει ο ελληνικός λαός -από τη μείωση της αγοραστικής δύναμης μέχρι την επισφάλεια την καθημερινή- δεν επιτρέπει ούτε στην ίδια την οικονομία ούτε στην κοινωνία να πάρει ανάσα. Μιλάμε για τη στήριξη μιας άλλης αντίληψης για την παραγωγή, για την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα. Για τη βιομηχανική πολιτική της χώρας, να μιλήσουμε με όρους ανάπτυξης μιας νέας μεταποιητικής βιομηχανίας, με βάση και τις νέες τεχνολογίες και την ψηφιακή εποχή, σε συνδυασμό προφανώς με τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Μιλάμε για τη στήριξη της αγροτικής παραγωγής με σύγχρονους όρους, το οποίο είναι και θέμα που αφορά και την περιφερειακή ανάπτυξη αλλά και το δημογραφικό.

Μιλάμε για την πράσινη μετάβαση. Και εδώ ερχόμαστε και κάνουμε και μια σειρά καινοτομίες. Γιατί αφενός δεσμευόμαστε στις βασικές μας αρχές όσον αφορά την κλιματική κρίση και την περιβαλλοντική προστασία, αλλά ταυτόχρονα λέμε ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες πρέπει και αυτές να λειτουργούν μέσα σ ένα πλαίσιο ρυθμιστικό, το οποίο να έχει ρόλο ένα χωροταξικό για τις ΑΠΕ και τις άδειες που δίνονται και σαφώς να έχει λόγο η τοπική κοινωνία, μέσω της αυτοδιοίκησης. Όπως επίσης ξεκαθαρίζουμε -και αυτό είναι κάτι που το έχουμε βρει παντού όπου πήγαμε, που υπάρχει αγροτική παραγωγή- ότι θα πρέπει και τα φωτοβολταϊκά να εξαιρούνται από τις περιοχές υψηλής αγροτικής παραγωγής, και ας πάρει και ένα μέρος αυτού του κόστους και η σχετική βιομηχανία.

Μιλάμε προφανώς για την κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων, ιδίως στον χώρο της εργασίας, ιδίως η εμπορευματοποίηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Όλα αυτά τα ζητήματα είναι σαφή για μας, με πολύ σαφείς θέσεις και για την εργασία, για τα δικαιώματα των εργαζομένων, για την κατοχύρωση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Για τη στεγαστική κρίση, για το κοινωνικό κράτος, για μια Παιδεία πραγματικά δημόσια, ισχυρή και σύγχρονη. Όπως επίσης και για ένα ισχυρό Εθνικό Σύστημα Υγείας, που σημαίνει όμως και την αντίστοιχη στήριξη στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Μιλάμε και για τον πολιτισμό και αυτό είναι κρίσιμο. Μιλάμε και για τον αθλητισμό. Και σε όλους τους τομείς που αφορούν μια προγραμματική δική μας εναλλακτική πρόταση, ερχόμαστε με πολύ συγκεκριμένες θέσεις.

Όλα αυτά -οι προγραμματικές μας θέσεις, η διασύνδεση ξανά με τον κόσμο, η σχέση εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας- προϋποθέτουν έναν ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. Άρα το τελευταίο μας κεφάλαιο είναι ακριβώς αυτό: Πώς δηλαδή θα μπορέσει να προχωρήσει ο μετασχηματισμός του κόμματος μας σε ένα κόμμα πραγματικά δημοκρατικό, σύγχρονο, συλλογικό, φεμινιστικό. Ένα κόμμα που είναι κοντά στους νέους ανθρώπους. Ένα κόμμα που το ίδιο αξιοποιεί τις ψηφιακές δυνατότητες, σε μια περίοδο που βλέπουμε στις οργανώσεις μας ότι νέοι άνθρωποι οι οποίοι εργάζονται πάρα πολλές ώρες, νέες οικογένειες, δεν έχουν τη δυνατότητα πάντα να είναι με φυσική παρουσία, αλλά τους θέλουμε και αυτούς κοντά μας. Γι’ αυτό έχουμε σήμερα και την υβριδική αυτή διαδικασία, ώστε να μπορέσουμε και τη φυσική παρουσία να κατοχυρώσουμε, γιατί η πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς φυσική συλλογικότητα, αλλά ταυτόχρονα να διευρύνουμε τη δυνατότητα συμμετοχής σε όλους και όλες που θέλουν να συμβάλλουν σε αυτή τη διαδικασία μέσα από τους χώρους που δραστηριοποιούνται στους χώρους δουλειάς, είτε την τοπική τους κοινωνία.

Άρα λοιπόν, συντρόφισσες και σύντροφοι, είναι σαφές ότι εμείς είμαστε για τα δύσκολα. Τα δύσκολα δεν μας πτόησαν. Έχουμε τις αρχές και τις αξίες μας και η παρουσία μας αυτό λέει. Έχουμε την αισιοδοξία της βούλησης, έχουμε την αυτοπεποίθηση των θέσεων και των απόψεών μας. Έχουμε το αίσθημα ευθύνης να μπορέσουμε με αξιοπιστία να στείλουμε ένα μήνυμα από αυτό το Συνέδριο θετικό όχι μόνο σε εμάς που είμαστε εδώ, αλλά κυρίως σε αυτούς που είναι απ’ έξω. Σε αυτούς που μπορεί να μην ήρθαν να γίνουν σύνεδροι, αλλά μας παρακολουθούν. Στην κοινωνική μας βάση, που μας ψήφισε και μας έδωσε νίκες στις εκλογές, η οποία μπορεί να μην έχει πάει σε άλλο κόμμα, αλλά είναι σε μια γενική παραίτηση και απογοήτευση. Και να τους πούμε: υπάρχει ελπίδα. Εδώ μπορούμε όλοι μαζί με τις αξίες μας, με τις αρχές μας, με τις πολιτικές μας θέσεις, να φτιάξουμε ακριβώς μια προοδευτική προοπτική ελπίδας. Να είμαστε ο καταλύτης σε αυτή τη διαδικασία για μια πραγματική και ουσιαστική νέα πολιτική και κοινωνική αλλαγή στη χώρα μας.

Καλό Συνέδριο, καλό αγώνα και καλή δύναμη!